Μία
γνωστή παροιμία λέει πώς, «όπου
λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει».
Κόντρες,
ρήξεις, ανταγωνισμός. Τρεις λέξεις
κάνουν μία κοινωνία ολόκληρη. Όλοι
δουλεύουν για τον κατώτατο, βασικό μισθό
και προσπαθούν να βγάλουν το μάτι του
απέναντί τους.
Ποιο
είναι το όφελος σε όλο αυτό;
Για
ορισμένους αποτελεί την κατοχύρωση
μιας θέσης εργασίας, την ανάδειξη του
ισχυρού ή απλά την ικανοποίηση του εγώ.
Γέμισε
ο τόπος με ομιλητές και χάθηκαν οι
ακροατές. Κανείς δεν ακούει. Όλοι θέλουν
κάτι να πουν. Μπορεί να τεθεί μια ερώτηση
και η απάντηση να είναι αυτό που θέλει
να σου πει ο άλλος, όχι αυτό που τον
ρώτησες οδηγώντας την ερώτηση σε
αδιέξοδο.
Αυτό
συμβαίνει παντού, στον εργασιακό τομέα,
στις σχέσεις, ερωτικές και μη.
Και
νομίζω πως αυτή είναι κ η αιτία που
αδυνατούν να υπάρξουν πλέον γεροί
δεσμοί.
Σε
μία πρόσφατη συνομιλία μου κι ενώ
απάντησα στο ερώτημα που μου τέθηκε, ο
συνομιλητής μου επέμενε να αναπτύξει
περισσότερο τη σκέψη του, ακριβώς για
να πει αυτό που ήθελε. Το αστείο ήταν
πως όταν έλαβε την ίδια απάντηση για
δεύτερη φορά, ενοχλήθηκε τόσο σα να τον
πρόσβαλα.
Σε
μία άλλη συζήτηση που είχα για ένα
θέμα, ο ομιλητής έδειχνε να με προσέχει
με βάση τη γλώσσα του σώματός του και
τα αναφωνήματα προσοχής που χρησιμοποιούσε.
Ωστόσο, την επόμενη ακριβώς μέρα μου
έκανε τις ίδιες ερωτήσεις σα να μην είχε
προηγηθεί η συζήτηση, που είχαμε κάποιες
ώρες πριν, γεγονός που μου απέδειξε, ότι
μπορεί να χρησιμοποίησε περίτεχνα το
εργαλείο της γλώσσας του σώματος, αλλά
στην πράξη φανέρωσε κάτι διαφορετικό.
Το
ίδιο συμβαίνει και με τα social media. Οι
περισσότεροι βιάζονται να κρίνουν ή να
σχολιάσουν μία είδηση από έναν τίτλο
ή μία εικόνα, χωρίς να τη διαβάζουν,
γεγονός που τονώνει την ήδη υπάρχουσα
ημιμάθεια.
Πότε
σταμάτησε ο κόσμος να ακούει;
Αυτή
η σκέψη μου έρχεται στο μυαλό κάθε φορά
που βρίσκομαι σε συζητήσεις ή παρακολουθώ
ομιλητές, καθώς βλέπω ένα ασταμάτητο
παιχνίδι που βασίζεται στο χαλασμένο
τηλέφωνο.
Πολλοί
coachers υποστηρίζουν, ότι ένας καλός
ομιλητής βασίζεται στην ιδιότητά του
να ακούει, να κατανοεί αυτό που λέει
κάποιος.
Συνεπώς,
η ομιλία να έχει ως στόχο τον άνθρωπο,
τον ακροατή, όπως και τα γραπτά τον
αναγνώστη. Αυτό σημαίνει πως για να με
ακούσεις, να με προσέξεις, δε χρειάζεται
να χρησιμοποιήσω ξύλινα λόγια και να
σου επιβληθώ, όπως κι εσύ οφείλεις να
αφαιρέσεις τις αόρατες παρωπίδες που
δε σου επιτρέπουν να διευρύνεις τους
ορίζοντές σου σε κάτι καινούργιο, που
μπορεί και να σε ωφελήσει.
Ομιλείτε
ελληνικά;
Δεν
αρκεί να είσαι γνώστης της γλώσσας.
Άλλωστε η πλειοψηφία μιας χώρας απαντά
στην ίδια γλώσσα, χώρια το γεγονός, ότι
πολλοί πλέον άνθρωποι μιλούν δύο και
τρεις διαφορετικές.
Το
ζήτημα είναι να αντιλαμβάνεσαι αυτό
που σου λέει κάποιος, είτε συμφωνείς
μαζί του ή όχι.
Και
από που διαπιστώνεται αυτό;
Από
τις απαντήσεις...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου